Με τον Νόμο 4512/2018 ρυθμίστηκε μεταξύ άλλων και το ζήτημα της διαμεσολάβησης. Η διαμεσολάβηση στη χώρα μας ήδη βρίσκεται σε ισχύ από το 2010 (Ν.3898/2010). Όμως, ήδη από τον Ιανουάριο του 2018 (βλ. την δημοσίευση στο ΦΕΚ Τεύχος Α’5/17.01.2018) τροποποιήθηκε το νομικό πλαίσιο και θεσπίστηκαν συγκεκριμένες αλλαγές, μεταξύ των οποίων και η ‘υποχρεωτικότητα’ σε μερίδα περιπτώσεων. Η ‘υποχρεωτικότητα’ προσέθεσε, με την σειρά της, μια ξαφνική δημοσιότητα στον θεσμό της διαμεσολάβησης. Κι αυτό με τη σειρά του δημιούργησε αρκετές λανθασμένες αντιλήψεις τόσο στον κλάδο των δικηγόρων όσο και στον απλό κόσμο. Με το παρόν άρθρο θα προσπαθήσουμε να ταυτοποιήσουμε αυτές τις λανθασμένες αντιλήψεις και να καταδείξουμε το τι όντως ισχύει.
Ακούγεται από πολλούς ότι τώρα με τον νέο νόμο αντί να πηγαίνουμε στο δικαστήριο για να λύσουμε τις διαφορές μας, θα εξαναγκαζόμαστε να πηγαίνουμε στον διαμεσολαβητή για να μας βγάζει εκείνος την απόφαση. Στην πραγματικότητα, όμως, αυτό αντίκειται στον πυρήνα της ίδιας της διαμεσολάβησης! Ο διαμεσολαβητής δεν εκδίδει απόφαση, αλλά βοηθά τα μέρη ώστε εκείνα να προσπαθήσουν να βρουν μία κοινά αποδεκτή λύση με γνώμονα τα δικά τους συμφέροντα.
Επίσης, ένας μύθος που κυκλοφορεί και τον έχουμε ακούσει πολλές φορές είναι ότι ‘θα πάμε στα δικαστήρια να κάνουμε την διαμεσολάβηση’. Αυτό επίσης αντίκειται στην ουσία του θεσμού της διαμεσολάβησης. Η διαμεσολάβηση σαν ουσία και σαν διαδικασία δεν έχει σχέση με τα δικαστήρια. Δεν πραγματοποιούνται διαμεσολαβήσεις στις δικαστικές αίθουσες. Η διαμεσολάβηση ανήκει στην κατηγορία της εναλλακτικής επίλυσης διαφορών και σ’αυτήν δεν συμμετέχουν ούτε δικαστικοί λειτουργοί ούτε οι δικαστικοί γραμματείς.
Σε αντίθεση με ό,τι έχει ακουστεί, στη διαμεσολάβηση απαιτείται η παρουσία των άμεσα εμπλεκομένων μερών! Δεν νοείται η έναρξη της διαδικασίας με την απουσία εκείνων των οποίων βασικά πλήττονται τα μέρη.
Η ενεργή παρουσία των μερών σχετίζεται και με την παρουσία των δικηγόρων. Απαιτείται το κάθε μέρος να προσέρχεται στην διαδικασία υποχρεωτικά με τον δικηγόρο του. Πώς αλλιώς θα εξασφαλιστούν και θα προστατευτούν τα συμφέροντα του ενδιαφερόμενου μέρους; Αυτό αποτελεί απάντηση και στον μύθο ότι οι δικηγόροι υποτιμούνται με τον θεσμό. Αντιθέτως!
Αυτό επίσης συνεπάγεται την μη απώλεια δικηγορικής ύλης. Διότι είχε ακουστεί έντονα από μεγάλη μερίδα δικηγόρων ότι εξαιτίας της διαμεσολάβησης μειώθηκε η δικηγορική ύλη. Άλλος ένας μύθος που καταρρίπτεται.
Επιπρόσθετα, δυστυχώς κυκλοφορεί η φήμη ότι όποιος έχει ήδη στραφεί στην επίλυση της διαφοράς του με τη δικαστική οδό, δεν μπορεί να επιλέξει για την ίδια υπόθεσή του αυτή τον δρόμο της διαμεσολάβησης. Κάτι που είναι παντελώς αυθαίρετο και λανθασμένο! Ο νόμος ορίζει ρητά και ξεκάθαρα (άρθρο 181§2) ότι επιτρέπεται να πραγματοποιηθεί διαμεσολάβηση ακόμη και αν η υπόθεση είναι στο στάδιο της εκκρεμοδικίας! Μάλιστα, το δικαστήριο προστατεύει τους διαδίκους οι οποίοι θα επιλέξουν την διαδικασία της διαμεσολάβησης χορηγώντας τους επιπρόσθετη προθεσμία.
Ο νέος Νόμος 4512/2018 εισάγει και μίας μορφής υποχρεωτικότητα. Όμως, πού έγκειται αυτή ακριβώς; Ισχύει αυτό που ακούγεται ότι τα μέρη πλέον υποχρεώνονται να έρθουν σε συμφωνία; Σαφέστατα και όχι! Σύμφωνα με την ‘υποχρεωτικότητα’ που θα τεθεί σε ισχύ από τα μέσα Σεπτεμβρίου του 2019 (σε αντίθεση με τα υπόλοιπα άρθρα για την διαμεσολάβηση του 4512 που ήδη τυγχάνουν εφαρμογής), τα μέρη υποχρεώνονται να προσέλθουν και να ενημερωθούν για τον θεσμό. Το αν θα προκύψει ή όχι συμφωνία, δεν αποτελεί θέμα υποχρεωτικότητας.
Συνοψίζοντας, οφείλουμε να καταθέσουμε και την προσωπική μας άποψη. Σίγουρα ο νέος νόμος για την διαμεσολάβηση έχει αρκετά τρωτά σημεία. Σίγουρα, αποτελεί μήλον της έριδος η όποιας μορφής ‘υποχρεωτικότητα’ (για την οποία ο γράφων διατηρεί επιφυλάξεις). Σίγουρα, υπάρχουν πολλά περιθώρια βελτίωσης ή (γιατί όχι; ) και τροποποιήσεων. Όμως, η αληθινή γνώση αποκτάται με κόπο. Και η όποια διατύπωση προσωπικής άποψης οφείλει να είναι καρπός αντικειμενικής κρίσης και αποτέλεσμα βαθιάς, ουσιαστικής και συστηματικής μελέτης.