Το παρόν άρθρο αποτελεί καθαρά προσωπική άποψη του γράφοντος και έχει ως αφορμή την όλως απρόσμενη και ξαφνική δημοσιότητα που πήρε ο θεσμός μετά τις διατάξεις περί υποχρεωτικής προσφυγής σε μερίδα υποθέσεων που εκτίθενται αναλυτικά στον Ν.4512/2018.
Ο Ν.4512/2018 ουσιαστικά αντικατέστησε σχεδόν εξ ολοκλήρου τον Ν.3898/2010. Αυτό σημαίνει ότι η διαμεσολάβηση στην Ελλάδα έχει αποκτήσει πρακτική και ουσιαστική ύπαρξη από το 2010. Άρα, σε καμία περίπτωση δεν είναι κάτι καινούριο ούτε κάτι πρωτόγνωρο. Εντούτοις, ελάχιστοι νομικοί (δικηγόροι, δικαστικοί λειτουργοί, κλπ) γνώριζαν αναλυτικά τον νόμο 3898/2010 κι ακόμη λιγότεροι τον είχαν κάνει πράξη ή τον πρότειναν υπεύθυνα ως τρόπο επίλυσης.
Αυτή η ξαφνική δημοσιότητα που πήρε ο θεσμός με την εφαρμογή του 4512/2018 από τον Ιανουάριο του 2018 (με εξαίρεση τα άρθρα για την υποχρεωτικότητα που θα τίθονταν σε ισχύ από μέσα Οκτωβρίου του 2018) έφερε στην επιφάνεια αντίθετες απόψεις, τόσο σε επιστημονικό πεδίο όσο και σε καθημερινό (τηλεοπτικά παράθυρα, αναρτήσεις σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης, κλπ). Κι εκεί που έδειχνε να καταλαγιάζει όλο αυτό, ήρθε η απόφαση της Διοικητικής Ολομέλειας του Αρείου Πάγου, η οποία γνωμοδότησε υπέρ της αντισυνταγματικότητας των άρθρων περί υποχρεωτικότητας. Με ψήφους 21 έναντι 18, εξέφρασε τόσο την πλειοψηφία των δικαστικών λειτουργών όσο και σημαντικής μερίδας του δικηγορικού κόσμου που αισθάνθηκε δικαιωμένος από αυτό το αποτέλεσμα. Και, τελικά, αποφασίστηκε η υποχρεωτικότητα να αρχίσει να εφαρμόζεται από τα μέσα Σεπτεμβρίου του 2019.
Τελικά, τι γίνεται; Τι συμβαίνει; Είναι όντως τόσο κακό (ή καλό) να υπάρχει υποχρεωτικότητα στη διαμεσολάβηση; Η ύπαρξη ή η ανυπαρξία της είναι που θα λύσει το πρόβλημα; Όπως αναφέρθηκε παραπάνω, ο θεσμός της διαμεσολάβησης έχει υποστεί στην χώρα μας απίστευτη κακομεταχείριση. Η προσωπική άποψη του γράφοντος είναι ότι είναι δικαίωμα του κάθε πολίτη να προσφεύγει στη δικαιοσύνη με όποιον τρόπο επιθυμεί. Κι αυτό είναι που θα πρέπει να προσπαθεί ο νομοθέτης να επιτύχει πάντα σε ένα δημοκρατικά διαρθρωμένο κράτος δικαίου. Διότι, εν τέλει, έκφραση ουσιαστική της δημοκρατίας αποτελεί μεταξύ άλλων και η ορθή, ακώλυτη και ελεύθερη προσφυγή του πολίτη στη δικαιοσύνη. Το αν θα τεθεί συγκεκριμένο ποσό [για τις περιπτώσεις που (θα) υπάγονται υποχρεωτικά σε διαμεσολάβηση] και το οικονομικό ύψος τους είναι κάτι που αναπροσδιορίζεται και οφείλει να ακολουθεί τις οικονομικές/κοινωνικές/ιστορικές συγκυρίες της εκάστοτε χώρας. Φυσικά, θα μπορούσε να αξιοποιηθεί και ο νόμος για την νομική βοήθεια σε πολίτες χαμηλού εισοδήματος (legal aid) όπως ισχύει ήδη σε αρκετές περιπτώσεις (αστικές, ποινικές, διοικητικές υποθέσεις, ανάκριση, κλπ).
Αυτό έχει διττή σημασία: πρώτον, είναι αδύνατο να υπαγορεύσεις αυταρχικά σε κάποιον να επιδιώξει να λύσει πολιτισμένα την αντιδικία του, μέσα σε ελάχιστο χρόνο, με σημαντικά μειωμένο κόστος. Και δεύτερον: είναι αναφαίρετο δικαίωμα του κάθε πολίτη να επιλέξει, αν το επιθυμεί, τον θεσμό της διαμεσολάβησης. Και για να τον επιλέξει ως θεσμό, πρέπει να τον γνωρίζει. Όχι μόνο σε θεωρητικό-αφηρημένο επίπεδο, αλλά μέσα από υπεύθυνη, ουσιαστική ενημέρωση. Όποιος έχει ή είχε εμπλακεί σε πολυχρόνιους δικαστικούς αγώνες γνωρίζει πολύ καλά τι σημαίνει φθορά: ψυχολογική, σωματική, οικονομική. Γνωρίζει με τον πλέον αληθινό κι επώδυνο τρόπο τι σημαίνει να μην μπορείς να κοιμηθείς το βράδυ από το άγχος, να χάνεις απίστευτα πολλές ώρες αναμένοντας τη δική σου υπόθεση, ακούγοντας ατέλειωτες μαρτυρίες, διαστρεβλώσεις των όσων έχεις πει. Όποιος έχει ζήσει τέτοιες εμπειρίες, γνωρίζει περισσότερο από οποιονδήποτε άλλον πως η ανθρώπινη επικοινωνία με τους αντιδίκους τέτοιων υποθέσεων δεν υπάρχει απλά. Δεν κόβεται απλά η ‘καλημέρα’, αλλά δημιουργείται ένα είδος ‘δεδικασμένου’ που φεύγει και απλώνεται πέρα από τις δικαστικές αίθουσες: διαρκεί χρόνια, ακόμη και γενιές. Αληθινό…
Έρχεται, λοιπόν, ένας θεσμός νέος να βοηθήσει. Προσφέροντας τα προνόμια και τις δυνατότητες που σε τόσα προηγούμενα άρθρα έχουμε αναλυτικά προσεγγίσει. Όμως, χρειάζεται να γίνουν αρκετά βήματα ακόμα. Το πρόβλημα δεν είναι η υποχρεωτικότητα. Η ουσία εκτείνεται πέρα από την υποχρεωτικότητα… Αυτή είναι απλά η κορυφή του παγόβουνου! Η διαμεσολάβηση είναι λύση πολιτισμού. Η ενημέρωση για τον θεσμό μόνο καλό προκαλεί. Άσχετα με το γεγονός του ότι κάποιοι αποφάσισαν να επιβάλουν μορφή υποχρεωτικότητας στον θεσμό, είναι δικαίωμα του κάθε πολίτη να πληροφορηθεί αναλυτικά, επαρκώς και χωρίς εμπάθεια για το τι είναι η διαμεσολάβηση.
Εν τέλει, ο νόμος όπως τώρα ισχύει επιδέχεται αρκετών ακόμη βελτιώσεων και τροποποιήσεων. Το πιο σημαντικό, όμως, είναι τα φώτα της δημοσιότητας να στραφούν στο ίδιο το νόημα, την ουσία του θεσμού. Διότι οι κυβερνήσεις, οι νόμοι αλλάζουν και τροποποιούνται. Όμως, οι διαπροσωπικές σχέσεις των ανθρώπων, οι συγκρούσεις τους, τα προβλήματα και οι δικαστικές διαμάχες πολύ δύσκολα επανέρχονται σε ειρηνικό επίπεδο… Κι εδώ έρχεται η διαμεσολάβηση και πράγματι (όπως τα αποτελέσματά της δείχνουν) μπορεί να προσφέρει πολλά και να βοηθήσει καίρια.
Όποιος έχει βιώσει εμπειρία διαμεσολάβησης, αντιλαμβάνεται πολύ καλά τα γραφόμενα. Όποιοι την έχουν επιλέξει στις διαφορές τους, τα θετικά σχόλια έχουν τον κύριο λόγο. Διότι δεν πρόκειται για ‘ψυχολογικά παιχνιδάκια’ ή για ‘κομπογιαννιτισμό’ ή για ‘χάσιμο χρόνου’. Πρόκειται για μια δυνατότητα που απλά διευρύνει την νομική επιστήμη. Τόσο στο τώρα όσο και μακροπρόθεσμα. Πρόκειται για μια διαδικασία που σου βελτιώνει τον τρόπο σκέψης. Πρόκειται για μια εμπειρία που κινείται προς την συνοχή των ανθρώπινων σχέσεων και τη διατήρηση (ευρύτερα πλέον) της κοινωνικής ειρήνης.