Συνήθως, όταν ακούμε τη λέξη ‘διαπραγματεύσεις’, συνήθως το μυαλό μας ταξιδεύει ασυναίσθητα σε αρχηγούς κρατών να ασχολούνται με υψηλά ζητήματα πολιτικής και διπλωματίας ή μεγαλοστελέχη επιχειρήσεων με ακριβά κουστούμια να προσπαθούν να ‘κλείσουν’ συμφωνίες. Είναι όμως όντως οι διαπραγματεύσεις κάτι που αφορά μόνο παραδείγματα σαν κι αυτά που περιγράψαμε μόλις;
Όπως πολύ σοφά έχει ειπωθεί, «κάθε μέρα, υπάρχουν στιγμές που θα χρειαστεί να διαπραγματευτούμε». Κι είναι έτσι ακριβώς. Μπορεί να είναι κάτι απλό (όπως, παραδείγματος χάριν, σε επίπεδο οικογενειακό- το πώς θα πάμε στη δουλειά, ποιός θα πάρει τα παιδιά απ’το σχολείο, πώς θα μοιραστούν οι δουλειές εντός κι εκτός σπιτιού, κλπ), αλλά μπορεί να αφορά και κάτι πιο προσωπικό ή και περίπλοκο (όπως εύρεση εργασίας, σχεδιασμός ενός πλάνου στη δουλειά, συντονισμός δραστηριοτήτων, προβλήματα υγείας και πώς θα αντιμετωπιστούν, διαπροσωπικές δυσκολίες, κλπ). Η ουσία είναι πως ο τρόπος που διαπραγματευόμαστε έχει αποτελέσματα κι αντίκτυπο τόσο στην προσωπικότητά μας όσο και στην επικοινωνία μας με τους συνανθρώπους μας.
Είναι πολύ καλύτερο και πιο ωφέλιμο να συζητήσεις με τον συνάνθρωπό σου και να προσπαθήσετε να φτάσετε σε μια συμφωνία που να εξυπηρετεί ουσιαστικά και τους δύο. Η σύγκρουση (με την αρνητική έννοιά της) δεν ωφελεί κανέναν: αντίθετα, δημιουργεί ρήξη, άγχος, στεναχώρια και απομονώνει τους ανθρώπους. Αν ξεκινήσεις να μάθεις να συζητάς ευγενικά για τις ανάγκες τόσο τις δικές σου όσο και του συνανθρώπου-συνομιλητή σου, αν μάθεις να σκέφτεσαι ότι όλοι μας έχουμε κάποιες αντίστοιχες ανάγκες και συμφέροντα και προσδοκίες, τότε έχεις ξεκινήσει να διαπραγματεύεσαι! Και μάλιστα με τρόπο ειλικρινή και ορθό.
Δεν θα ήταν λοιπόν πολύ ωφέλιμο αν όλοι μας μαθαίναμε μερικούς τρόπους αληθινής επικοινωνίας και διαπραγματεύσεων; Η ζωή μας θα γινόταν ευκολότερη, ουσιαστικότερη, χωρίς επιπρόσθετο άγχος και στεναχώριες. Έχουμε αναφερθεί και σε προηγούμενο άρθρο μας (βλ. εδώ) για το περίφημο πορτοκάλι της συμφοράς. Υπάρχουν όμως κι άλλες πολλές περιπτώσεις που οι διαπραγματεύσεις μπορούν να βοηθήσουν ουσιαστικά. Δράττουμε την ευκαιρία για να αναφερθούμε σε μια πραγματική περίπτωση γειτονικού δικαίου:
Σε μια πολυκατοικία τριών ορόφων (όπου κάθε όροφος και ένα διαμέρισμα) ζουν τρεις οικογένειες. Οι οικογένειες του δευτέρου και του τρίτου ορόφου έχουν και παιδιά ενώ στον πρώτο όροφο διαμένει ένα ηλικιωμένο ζευγάρι. Τα παιδιά των οικογενειών του δευτέρου και του τρίτου ορόφου είναι νηπιακής ηλικίας και πολλές φορές δημιουργούν φασαρία και θορύβους με τα παιχνίδια τους, κυρίως κατά τις ώρες της μεσημεριανής κοινής ησυχίας. Το ηλικιωμένο ζευγάρι, από την άλλη, έχει έναν σκύλο, του οποίου τα γαβγίσματα κάποιες φορές ενοχλούν τις οικογένειες και ξυπνούν και τα παιδιά που μόλις έχουν αποκοιμηθεί για βράδυ.
Στο παραπάνω αληθινό ιστορικό (από υπόθεση του γραφείου μας), υπήρχαν αρκετά σενάρια, μα 2 ήταν τα πιο πιθανά:
Σενάριο 1: Κανείς δεν εκφράζεται, τα αρνητικά συναισθήματα και η κόπωση συσσωρεύονται και η κατάσταση (λόγω της συνεχούς αποφυγής και αποσιώπησης και άρνησης συζήτησης) κάποια στιγμή θα φτάσει σε απροχώρητο σημείο οδηγώντας όλους τους διαμένοντες σε προβλήματα κι εντάσεις με απρόβλεπτες, ανυπολόγιστες συνέπειες.
Σενάριο 2 (το οποίο και τελικά πραγματοποιήθηκε) : Γίνεται μια συνέλευση πολυκατοικίας με τη βοήθεια ειδικού διαπραγματευτή και κάθε όροφος/οικογένεια εκφράζει τις φοβίες του, τις ανάγκες του, τα συμφέροντά του και τις προσδοκίες του. Εκεί, καταγράφονται τα προγράμματα των διαμενόντων, ‘ακούγονται’ και οι τρεις πλευρές (όροφοι) και η λύση που θα βρεθεί κάνει και τις τρεις οικογένειες να ‘μπορούν να ζήσουν με αυτή’: δηλαδή να είναι αποδεκτή από όλους. Στο συγκεκριμένο παράδειγμα, ο σκύλος γάβγιζε γιατί ήθελε πιο συχνά βόλτες (οι ηλικιωμένοι πολλές φορές αδυνατούσαν λόγω ασθενειών να τον βγάζουν όσο θα ήθελαν) και η μία από τις οικογένειες με τα παιδιά (αυτή του δευτέρου ορόφου) συμφώνησε να παίρνουν κάποια απογεύματα το σκύλο βόλτα στο πάρκο μαζί με τα παιδιά (γιατί πάντα ήθελαν ένα σκύλο αλλά δεν ήταν εύκολο να έχουν). Οι ηλικιωμένοι, περιχαρείς από αυτή τη λύση, άρχισαν να ‘βλέπουν’ τα παιδιά ως παιδιά. Άρχισαν να εκφράζονται και να μιλούν και με τους γονείς. Άρχισαν έτσι να νιώθουν και οι ίδιοι πολύ πιο όμορφα (διότι λόγω και του προχωρημένου της ηλικίας τους δεν είχαν πολλές ευκαιρίες επικοινωνίας με τον υπόλοιπο κόσμο)! Σιγά-σιγά, (όπως μας είπαν σε δεύτερο χρόνο -σε follow up συνάντηση) άρχισε να δημιουργείται μια καλύτερη ατμόσφαιρα γειτονίας και οι τρεις όροφοι άρχισαν να έχουν μια πιο όμορφη και αρμονική επικοινωνία μεταξύ τους. Η οικογένεια του τρίτου ορόφου συνέδραμε κι αυτή βοηθώντας τους ηλικιωμένους με τα ψώνια (σούπερ μάρκετ, λαϊκή αγορά, κλπ). Και σε μια ονομαστική γιορτή μάλιστα, κάποιο απ’τα παιδιά που έπαιζε ένα μουσικό όργανο έκανε μια μικρή ‘παράσταση’ ψυχαγωγώντας τους ηλικιωμένους. Πρακτικά, λοιπόν, επήλθε ισορροπία, κοινωνική-γειτονική γαλήνη και ενδυνάμωση των σχέσεων των διαμενόντων στην πολυκατοικία.
Από την ιστορία αυτή, μπορούμε να εξάγουμε πολλά και ωφέλιμα συμπεράσματα. Μα το πιο σημαντικό είναι το εξής: άπαξ και μάθει κάποιος να συζητάει ευγενικά, να διαπραγματεύεται με ηθική και ανθρωπιά, τότε αυτή η συνήθειά του εξελίσσεται σταδιακά σε δεξιότητα αφού θα έχει βιώσει στην καθημερινότητά του την ωφέλεια από αυτή την πρακτική.
Η ζωή μας είναι μικρή για να τη χαραμίζουμε σε ανούσιες κόντρες και διεκδικήσεις δίχως να προηγηθεί συζήτηση. Δεν είναι ομορφότερο να ζούμε ειρηνικά με τους συνανθρώπους μας; Δεν είναι καλύτερο να συζητούμε για τα προβλήματά μας και να τα εκφράζουμε όμορφα αντί να τα παραβλέπουμε ‘θάβοντάς τα’ κάτω από το χαλί; Ας θυμόμαστε πάντα ότι: με σωστή επικοινωνία (διαπραγματεύσεις) και ευγενικό τρόπο μπορούμε να αυξήσουμε την κοινωνική συνοχή, να μειώσουμε τις συγκρούσεις μας, να αυξήσουμε την ποιότητα ζωής μας και να βελτιώσουμε τον εαυτό μας!